- χαρμοσύνου
- χαρμόσυνοςjoyfulmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σημαιοστολίζω — Ν 1. αναρτώ σημαίες σε χώρο ή σε κτήριο για τον εορτασμό χαρμόσυνου γεγονότος 2. ναυτ. υψώνω τον μικρό ή τον μεγάλο σημαιοστολισμό 3. μτφ. στολίζω, διακοσμώ 4. (η μτχ. παθ. παρακμ.) σημαιοστολισμένος, η, ο α) στολισμένος με σημαίες β) ειρων.… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Βυζαντινό Καστοριάς — Το Βυζαντινό Μουσείο Καστοριάς εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 1989 και βρίσκεται στην κορυφή του λόφου της βυζαντινής ακρόπολης της πόλης, στην πλατεία Δεξαμενής. Από τους πολυάριθμους ναούς που σώζονται στην πόλη, στο μουσείο εκτίθεται ένα… … Dictionary of Greek